- σηραγγίτιδα
- (Ιατρ.). Φλεγμονή των σηραγγωδών σωμάτων του πέους, που εμφανίζεται με υψηλή θερμοκρασία, πόνο, ερυθρότητα και οίδημα. Αργότερα μπορεί να δημιουργηθεί τοπικά απόστημα. Η θεραπεία της σ. γίνεται με αντιβιοτικά και συχνά με χειρουργική επέμβαση για το άνοιγμα του αποστήματος.
Dictionary of Greek. 2013.